Την επαύριο των βομβιστικών επιθέσεων στο Λονδίνο ο Τόνι Μπλερ εμφανίστηκε ως φτηνή απομίμηση του Τσόρτσιλ στις τηλεοράσεις και προανήγγειλε την τελική επικράτηση του «ανεπτυγμένου κόσμου» στην μάχη κατά των τρομοκρατών, διατυμπανίζοντας τη χαλύβδινη αποφασιστικότητα του να υπεραμυνθεί του «τρόπου ζωής μας» που εσχάτως έχει περιέλθει στο στόχαστρο της ισλαμιστικής τρομοκρατίας. Οι προαναφερόμενες μελοδραματικές διακηρύξεις του Άγγλου πρωθυπουργού δεν αποσκοπούν στον καθησυχασμό της Βρετανικής κοινής γνώμης, όπως πολλοί αναλυτές διαβεβαιώνουν. Αντίθετα, στοχεύει στον αποπροσανατολισμό του Βρετανικού κοινού και στην παραπληροφόρηση του σχετικά με τις πραγματικές αιτίες της συνεχιζόμενης τρομοκρατικής εκστρατείας ισλαμιστικής προέλευσης που πλήττει τα μεγάλα μητροπολιτικά κέντρα των ευρωπαϊκών κρατών. Χρησιμοποιώντας το διάτρητο επιχείρημα της σύγκρουσης των πολιτισμών ο Μπλερ αποπειράται να συγκαλύψει την πολιτική φύση της αντιδικίας με τους στρατευμένους ισλαμιστές καθώς και να αποκρύψει τα πολιτικά διακυβεύματα που εξαρτώνται από την έκβαση της, όπως είναι η συνέχιση της κατοχής μουσουλμανικών εδαφών από ξένες δυνάμεις και η υποδούλωση μιας μεγάλης μερίδας των μουσουλμανικών εθνών με σκοπό την εξασφάλιση του πλήρους ελέγχου της Δύσης επί των πλουτοπαραγωγικών πηγών της Μέσης Ανατολής. Παράλληλα, με «παιδικές» δηλώσεις περί θρησκόληπτων φανατικών που «μισούν» την ελευθερία η Αγγλική κυβέρνηση επιχειρεί να αποποιηθεί των ευθυνών της σχετικά με την εμπλοκή της στον παράνομο πόλεμο του Ιράκ και να εξοβελίσει προληπτικά από τον επερχόμενο δημόσιο διάλογο κάθε πιθανό συσχετισμό που μπορεί να γίνει μεταξύ της εγκληματικής της πολιτικής στο Ιράκ και των επιθέσεων στο μετρό του Λονδίνου.
Παρ’όλα αυτά, οι επιθέσεις του Λονδίνου πρέπει να εκληφθούν ως αυτό που πραγματικά ήταν. Αντίμετρα δηλαδή εκ μέρους της ένοπλης ισλαμικής αντίστασης για την συμμετοχή της Βρετανίας στην απρόκλητη κατακτητική εκστρατεία εναντίον του Ιράκ και στην συνεχιζόμενη παραμονή Αγγλικών στρατευμάτων σε Αραβικό έδαφος. Το Λονδίνο ήταν το τελευταίο επεισόδιο σε μια εκστρατεία ένοπλης πάλης που διεξάγεται σε παγκόσμια κλίμακα από ένα διεθνές ένοπλο ισλαμικό κίνημα. Το χτύπημα δεν ήταν απροσδόκητο αφού ο Μπιν Λάντεν είχε επανειλημμένα προειδοποιήσει για το ενδεχόμενο πραγματοποίησης στρατιωτικής επιχείρησης σε Βρετανικό έδαφος σε προγενέστερα μηνύματα του. Ο Λάντεν έθετε σαν όρο για την ματαίωση των επιθέσεων την τροποποίηση της στάσης της Αγγλικής κυβέρνησης έναντι των μουσουλμάνων σε Ιράκ, Αφγανιστάν και Παλαιστίνη και την απόσυρση της υποστήριξης που παρέχει απλόχερα η Βρετανία στη φιλοπόλεμη εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Ακόμη, σε ξεχωριστό μήνυμα του, ο Λάντεν απευθύνθηκε απευθείας στους λαούς της Ευρώπης παρακάμπτοντας εντελώς τις διεφθαρμένες κυβερνήσεις τους και τους έθεσε προ των ευθυνών τους, προθυμοποιούμενος να προσφέρει, «…μια πρωτοβουλία συμφιλίωσης σε αυτούς [τους λαούς της Ευρώπης], που περιλαμβάνει την υπόσχεση μας να σταματήσουμε τις επιχειρήσεις ενάντια σε όποια χώρα αναλάβει δέσμευση να απόσχει από επιθέσεις εναντίον μουσουλμάνων και να μην παρεμβαίνει στις υποθέσεις τους – συμπεριλαμβανόμενης της συνομωσίας των ΗΠΑ σε βάρος του ευρύτερου μουσουλμανικού κόσμου».[i]
Σύμφωνα με τον Λάντεν, εάν οι ευρωπαϊκοί λαοί επιθυμούσαν πραγματικά την αποκατάσταση του δικαιώματος τους στην ασφάλεια, ένα δικαίωμα το οποίο υποθηκεύτηκε με αποκλειστική υπαιτιότητα των κυβερνήσεων τους, δεν είχαν παρά να καταψηφίσουν στις εκλογές τα πολεμοχαρή, φιλοαμερικανικά κόμματα (Λαϊκό Κόμμα στην Ισπανία, Νέοι Εργατικοί στη Βρετανία) και να εγκαταστήσουν στην κυβέρνηση κόμματα που δεν διάκεινται εχθρικά προς την παγκόσμια ισλαμική κοινότητα και με τα οποία το διεθνές ένοπλο ισλαμιστικό κίνημα είναι πρόθυμο να συνάψει άτυπο σύμφωνο μη-επίθεσης. Μια τέτοια κίνηση, στην οποία προσφάτως προέβη ο ισπανικός λαός, δεν συνιστά υπαναχώρηση στις διαθέσεις των τρομοκρατών, όπως αρέσκονται να υποστηρίζουν τα αμερικανικά ΜΜΕ, αλλά έμπρακτη συναίνεση στο δίκαιο αίτημα των μουσουλμάνων για τερματισμό της δολοφονικής αμερικανικής και εβραϊκής κατοχής των εδαφών τους και ανάκτηση της αυτονομίας τους απέναντι στον απροκάλυπτο παρεμβατισμό της Δύσης. Παρά την μαζική και εκπεφρασμένη αντίθεση τους στον πόλεμο του Ιράκ, οι Βρετανοί απέτυχαν να τιμωρήσουν τον εγκληματία πολέμου Μπλερ στις εκλογές του Ιουνίου και να του αφαιρέσουν την πρωθυπουργία, παρά το γεγονός ότι υπήρχαν κόμματα όπως οι Φιλελεύθεροι Δημοκρατικοί του Τσαρλς Κέννεντυ και το RESPECT του Τζορτζ Γκάλογουέι που αντιτάχθηκαν σθεναρά στην εισβολή κατά του Ιράκ και προέβαλαν ως δόκιμη εναλλακτική λύση έναντι του ζουρλομανδύα του κομματικού διπολισμού.
Τα χτυπήματα του Λονδίνου στόχευαν ακριβώς σε μια αλλαγή αυτής της νοοτροπίας που ευθύνεται για την διατήρηση των Εργατικών στην εξουσία. Ήταν περισσότερο απόπειρα παρέμβασης στην πολιτική διαδικασία και υπενθύμισης της σύγκρουσης που βρίσκεται εν εξελίξει, παρά τρομοκρατική επιχείρηση που στόχευε σε αντεκδικήσεις και μεγιστοποίηση των απωλειών μεταξύ του άμαχου πληθυσμού. Γράφτηκε ότι όπως συνέβη με τον Μπους στις ΗΠΑ, ο Μπλερ στηρίχτηκε για την επανεκλογή του στο έργο που είχε να επιδείξει η κυβέρνηση του σε σχέση με την επιτυχή διαχείριση εσωτερικών ζητημάτων όπως η ανάπτυξη, η μείωση της ανεργίας κλπ. Με τα χτυπήματα του Λονδίνου η al-Qaeda φιλοδοξεί να προσθέσει και την ασφάλεια στον κατάλογο των εσωτερικών αυτών ζητημάτων και να καταδείξει πως η εξέλιξη του πολέμου σε Ιράκ, Αφγανιστάν και Παλαιστίνη δεν είναι απλώς ένα εξειδικευμένο θέμα που εμπίπτει στην κατηγορία της αφηρημένης εξωτερικής πολιτικής, αλλά είναι θέμα που αφορά άμεσα όλους τους βρετανούς πολίτες και γι’αυτό οφείλει να λάβει προτεραιότητα έναντι των άλλων ζητημάτων ως κριτήριο αξιολόγησης του έργου της μίας ή της άλλης κυβέρνησης.
Τα χτυπήματα στο μετρό του Λονδίνου εμπεριέχουν και έναν έντονο συμβολισμό σε ότι αφορά το σκεπτικό και τους σκοπούς πίσω από τη δράση των τρομοκρατών από την άποψη ότι δεν επιλέχθηκαν στόχοι με στρατηγική στρατιωτική σημασία, όπως λόγου χάρη τα γραφεία της Αγγλικής υπηρεσίας πληροφοριών ΜΙ6 στις όχθες του Τάμεση, ή το κέντρο οικονομικής δραστηριότητας της Αγγλικής πρωτεύουσας στην περιοχή του Σίτυ. Η επιλογή του μετρό αποσκοπούσε στο να αποδείξει περίτρανα την βούληση καθώς και την ικανότητα των τρομοκρατών να επιφέρουν καίρια πλήγματα στις υποδομές του μητροπολιτικού Λονδίνου και με αυτόν τον τρόπο να διακόψουν την ομαλή ροή της καθημερινότητας στα αστικά κέντρα της Ευρώπης. Με άλλα λόγια, η al-Qaeda επιχειρεί να δρομολογήσει εξελίξεις στα ζητήματα που απασχολούν τον μουσουλμανικό κόσμο, ταράζοντας τα λιμνάζοντα νερά των κοινωνιών της Ευρώπης που θεωρούν ότι μπορούν να συνεχίζουν τη ζωή τους σε κανονικούς ρυθμούς τη στιγμή που οι κυβερνήσεις τους εμπλέκονται άμεσα ή συνεργούν με έμμεσο τρόπο στη σφαγή μουσουλμάνων παγκοσμίως και σε καθημερινή βάση.
Κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί πως οι εκκλήσεις του Μπιν Λάντεν για μια ανοιχτή αντιπαράθεση των Βρετανών πολιτών με την κυβέρνηση του Τόνι Μπλερ καθώς και οι επαναλαμβανόμενες προειδοποιήσεις του για επερχόμενα χτυπήματα σε χώρες που πολεμούν στο πλευρό των ΗΠΑ στο Ιράκ, δεν έχουν και μεγάλη αξία από την άποψη των προληπτικών μέτρων που θα μπορούσε να λάβει ο κάθε πολίτης ξεχωριστά προκειμένου να αποφύγει να βρεθεί στη γραμμή πυρός των επιχειρήσεων της al-Qaeda. Όμως, ιδωμένο από τη σκοπιά του ισλαμιστή μαχητή το νόημα των επιθέσεων είναι ακριβώς αυτό: δεν μπορεί να υπάρξει ομαλοποίηση των συνθηκών διαβίωσης στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, δεν μπορεί να υπάρξει γαλήνη και κανονικότητα όσο η διαρκής και πολυμέτωπη επίθεση κατά των μουσουλμάνων σε όλο τον κόσμο συνεχίζεται.
Μαζική Δολοφονία ή Αντάρτικο;
Ο δήμαρχος του Λονδίνου Κεν Λίβινγκστον παρομοίασε τις επιθέσεις του Λονδίνου με μαζική δολοφονία. Με βάση τα λεγόμενα του «Κόκκινου Κεν», τα χτυπήματα ήταν εγκληματικές ενέργειες που στερούνται πολιτικού νοήματος και δεν επιδέχονται θεωρητικής ή ιδεολογικής δικαιολόγησης. Άποψη μου είναι πως ακριβώς το αντίθετο ισχύει και ότι τα χτυπήματα στο βρετανικό μετρό αποτελούν μια ορθολογική επιλογή από άποψη στρατιωτικής τακτικής, σε συμφωνία με τις βασικές αρχές που διέπουν τη θεωρία και πρακτική ενός αντάρτικου κινήματος. Επιγραμματικά, μπορούμε να αναφέρουμε πως οι βασικές επιδιώξεις σε επίπεδο τακτικής και στρατηγικής, των χτυπημάτων σε μαλακούς στόχους όπως είναι το δίκτυο δημοσίων συγκοινωνιών της Αγγλικής πρωτεύουσας είναι οι εξής: α) να δυσχεράνουν τη θέση της βρετανικής κυβέρνησης αυξάνοντας το κόστος σε ανθρώπινες ζωές της δράσης μαχητών του εχθρού εντός της βρετανικής επικράτειας και, β) να αυξήσουν τη λαϊκή πίεση για επίλυση του ισλαμικού ζητήματος με πολιτικά μέσα καταδεικνύοντας την αναποτελεσματικότητα των κατασταλτικών μέτρων ασφαλείας. Από άποψη επιχειρησιακής εφαρμογής και υλοποίησης οι επιθέσεις ενάντια σε μαλακούς στόχους είναι σίγουρα μια απόλυτα λογική επιλογή καθώς, α) καθιστά τη πρόβλεψη και πρόληψη τρομοκρατικών χτυπημάτων εκ μέρους των υπηρεσιών ασφαλείας ουσιαστικά αδύνατη, β) έχει πολιτική απήχηση στους πληγέντες μουσουλμανικούς πληθυσμούς που συνεχίζουν να τελούν υπό το βάρβαρο καθεστώς μιας πολυεθνικής ξένης κατοχής (ΗΠΑ, Ισραήλ, Βρετανία, Ρωσία) και γ) συνιστά ρεαλιστική στρατιωτική προσέγγιση εκ μέρους των στρατηγικών εγκεφάλων που κατέστρωσαν το σχέδιο επίθεσης αφού την ίδια στιγμή που το Λονδίνο ήταν μια ανοχύρωτη πόλη με παρουσία μόλις χιλίων αστυνομικών, το Gleneagles στη Σκοτία όπου διεξαγόταν η σύνοδος του G8 και που κάλλιστα θα μπορούσε να αποτελέσει φυσικό στόχο των τρομοκρατών βρισκόταν σε ανεπίσημη κατάσταση πολιορκίας φυλασσόμενο από 5.000 πάνοπλους αστυνομικούς. Στον σχεδιασμό των επιθέσεων του Λονδίνου φαίνεται λοιπόν πως πρυτάνευσε η πολιτική φρόνηση και ο στρατιωτικός ρεαλισμός και όχι όπως λέει ο Κεν Λίβινγκστον το δολοφονικό μένος των βομβιστών αυτοκτονίας.
[i] «Μήνυμα του Οσάμα Μπιν Λάντεν στους Λαούς της Ευρώπης», στο http://www.muhajiroun.com/.
Παρ’όλα αυτά, οι επιθέσεις του Λονδίνου πρέπει να εκληφθούν ως αυτό που πραγματικά ήταν. Αντίμετρα δηλαδή εκ μέρους της ένοπλης ισλαμικής αντίστασης για την συμμετοχή της Βρετανίας στην απρόκλητη κατακτητική εκστρατεία εναντίον του Ιράκ και στην συνεχιζόμενη παραμονή Αγγλικών στρατευμάτων σε Αραβικό έδαφος. Το Λονδίνο ήταν το τελευταίο επεισόδιο σε μια εκστρατεία ένοπλης πάλης που διεξάγεται σε παγκόσμια κλίμακα από ένα διεθνές ένοπλο ισλαμικό κίνημα. Το χτύπημα δεν ήταν απροσδόκητο αφού ο Μπιν Λάντεν είχε επανειλημμένα προειδοποιήσει για το ενδεχόμενο πραγματοποίησης στρατιωτικής επιχείρησης σε Βρετανικό έδαφος σε προγενέστερα μηνύματα του. Ο Λάντεν έθετε σαν όρο για την ματαίωση των επιθέσεων την τροποποίηση της στάσης της Αγγλικής κυβέρνησης έναντι των μουσουλμάνων σε Ιράκ, Αφγανιστάν και Παλαιστίνη και την απόσυρση της υποστήριξης που παρέχει απλόχερα η Βρετανία στη φιλοπόλεμη εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Ακόμη, σε ξεχωριστό μήνυμα του, ο Λάντεν απευθύνθηκε απευθείας στους λαούς της Ευρώπης παρακάμπτοντας εντελώς τις διεφθαρμένες κυβερνήσεις τους και τους έθεσε προ των ευθυνών τους, προθυμοποιούμενος να προσφέρει, «…μια πρωτοβουλία συμφιλίωσης σε αυτούς [τους λαούς της Ευρώπης], που περιλαμβάνει την υπόσχεση μας να σταματήσουμε τις επιχειρήσεις ενάντια σε όποια χώρα αναλάβει δέσμευση να απόσχει από επιθέσεις εναντίον μουσουλμάνων και να μην παρεμβαίνει στις υποθέσεις τους – συμπεριλαμβανόμενης της συνομωσίας των ΗΠΑ σε βάρος του ευρύτερου μουσουλμανικού κόσμου».[i]
Σύμφωνα με τον Λάντεν, εάν οι ευρωπαϊκοί λαοί επιθυμούσαν πραγματικά την αποκατάσταση του δικαιώματος τους στην ασφάλεια, ένα δικαίωμα το οποίο υποθηκεύτηκε με αποκλειστική υπαιτιότητα των κυβερνήσεων τους, δεν είχαν παρά να καταψηφίσουν στις εκλογές τα πολεμοχαρή, φιλοαμερικανικά κόμματα (Λαϊκό Κόμμα στην Ισπανία, Νέοι Εργατικοί στη Βρετανία) και να εγκαταστήσουν στην κυβέρνηση κόμματα που δεν διάκεινται εχθρικά προς την παγκόσμια ισλαμική κοινότητα και με τα οποία το διεθνές ένοπλο ισλαμιστικό κίνημα είναι πρόθυμο να συνάψει άτυπο σύμφωνο μη-επίθεσης. Μια τέτοια κίνηση, στην οποία προσφάτως προέβη ο ισπανικός λαός, δεν συνιστά υπαναχώρηση στις διαθέσεις των τρομοκρατών, όπως αρέσκονται να υποστηρίζουν τα αμερικανικά ΜΜΕ, αλλά έμπρακτη συναίνεση στο δίκαιο αίτημα των μουσουλμάνων για τερματισμό της δολοφονικής αμερικανικής και εβραϊκής κατοχής των εδαφών τους και ανάκτηση της αυτονομίας τους απέναντι στον απροκάλυπτο παρεμβατισμό της Δύσης. Παρά την μαζική και εκπεφρασμένη αντίθεση τους στον πόλεμο του Ιράκ, οι Βρετανοί απέτυχαν να τιμωρήσουν τον εγκληματία πολέμου Μπλερ στις εκλογές του Ιουνίου και να του αφαιρέσουν την πρωθυπουργία, παρά το γεγονός ότι υπήρχαν κόμματα όπως οι Φιλελεύθεροι Δημοκρατικοί του Τσαρλς Κέννεντυ και το RESPECT του Τζορτζ Γκάλογουέι που αντιτάχθηκαν σθεναρά στην εισβολή κατά του Ιράκ και προέβαλαν ως δόκιμη εναλλακτική λύση έναντι του ζουρλομανδύα του κομματικού διπολισμού.
Τα χτυπήματα του Λονδίνου στόχευαν ακριβώς σε μια αλλαγή αυτής της νοοτροπίας που ευθύνεται για την διατήρηση των Εργατικών στην εξουσία. Ήταν περισσότερο απόπειρα παρέμβασης στην πολιτική διαδικασία και υπενθύμισης της σύγκρουσης που βρίσκεται εν εξελίξει, παρά τρομοκρατική επιχείρηση που στόχευε σε αντεκδικήσεις και μεγιστοποίηση των απωλειών μεταξύ του άμαχου πληθυσμού. Γράφτηκε ότι όπως συνέβη με τον Μπους στις ΗΠΑ, ο Μπλερ στηρίχτηκε για την επανεκλογή του στο έργο που είχε να επιδείξει η κυβέρνηση του σε σχέση με την επιτυχή διαχείριση εσωτερικών ζητημάτων όπως η ανάπτυξη, η μείωση της ανεργίας κλπ. Με τα χτυπήματα του Λονδίνου η al-Qaeda φιλοδοξεί να προσθέσει και την ασφάλεια στον κατάλογο των εσωτερικών αυτών ζητημάτων και να καταδείξει πως η εξέλιξη του πολέμου σε Ιράκ, Αφγανιστάν και Παλαιστίνη δεν είναι απλώς ένα εξειδικευμένο θέμα που εμπίπτει στην κατηγορία της αφηρημένης εξωτερικής πολιτικής, αλλά είναι θέμα που αφορά άμεσα όλους τους βρετανούς πολίτες και γι’αυτό οφείλει να λάβει προτεραιότητα έναντι των άλλων ζητημάτων ως κριτήριο αξιολόγησης του έργου της μίας ή της άλλης κυβέρνησης.
Τα χτυπήματα στο μετρό του Λονδίνου εμπεριέχουν και έναν έντονο συμβολισμό σε ότι αφορά το σκεπτικό και τους σκοπούς πίσω από τη δράση των τρομοκρατών από την άποψη ότι δεν επιλέχθηκαν στόχοι με στρατηγική στρατιωτική σημασία, όπως λόγου χάρη τα γραφεία της Αγγλικής υπηρεσίας πληροφοριών ΜΙ6 στις όχθες του Τάμεση, ή το κέντρο οικονομικής δραστηριότητας της Αγγλικής πρωτεύουσας στην περιοχή του Σίτυ. Η επιλογή του μετρό αποσκοπούσε στο να αποδείξει περίτρανα την βούληση καθώς και την ικανότητα των τρομοκρατών να επιφέρουν καίρια πλήγματα στις υποδομές του μητροπολιτικού Λονδίνου και με αυτόν τον τρόπο να διακόψουν την ομαλή ροή της καθημερινότητας στα αστικά κέντρα της Ευρώπης. Με άλλα λόγια, η al-Qaeda επιχειρεί να δρομολογήσει εξελίξεις στα ζητήματα που απασχολούν τον μουσουλμανικό κόσμο, ταράζοντας τα λιμνάζοντα νερά των κοινωνιών της Ευρώπης που θεωρούν ότι μπορούν να συνεχίζουν τη ζωή τους σε κανονικούς ρυθμούς τη στιγμή που οι κυβερνήσεις τους εμπλέκονται άμεσα ή συνεργούν με έμμεσο τρόπο στη σφαγή μουσουλμάνων παγκοσμίως και σε καθημερινή βάση.
Κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί πως οι εκκλήσεις του Μπιν Λάντεν για μια ανοιχτή αντιπαράθεση των Βρετανών πολιτών με την κυβέρνηση του Τόνι Μπλερ καθώς και οι επαναλαμβανόμενες προειδοποιήσεις του για επερχόμενα χτυπήματα σε χώρες που πολεμούν στο πλευρό των ΗΠΑ στο Ιράκ, δεν έχουν και μεγάλη αξία από την άποψη των προληπτικών μέτρων που θα μπορούσε να λάβει ο κάθε πολίτης ξεχωριστά προκειμένου να αποφύγει να βρεθεί στη γραμμή πυρός των επιχειρήσεων της al-Qaeda. Όμως, ιδωμένο από τη σκοπιά του ισλαμιστή μαχητή το νόημα των επιθέσεων είναι ακριβώς αυτό: δεν μπορεί να υπάρξει ομαλοποίηση των συνθηκών διαβίωσης στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, δεν μπορεί να υπάρξει γαλήνη και κανονικότητα όσο η διαρκής και πολυμέτωπη επίθεση κατά των μουσουλμάνων σε όλο τον κόσμο συνεχίζεται.
Μαζική Δολοφονία ή Αντάρτικο;
Ο δήμαρχος του Λονδίνου Κεν Λίβινγκστον παρομοίασε τις επιθέσεις του Λονδίνου με μαζική δολοφονία. Με βάση τα λεγόμενα του «Κόκκινου Κεν», τα χτυπήματα ήταν εγκληματικές ενέργειες που στερούνται πολιτικού νοήματος και δεν επιδέχονται θεωρητικής ή ιδεολογικής δικαιολόγησης. Άποψη μου είναι πως ακριβώς το αντίθετο ισχύει και ότι τα χτυπήματα στο βρετανικό μετρό αποτελούν μια ορθολογική επιλογή από άποψη στρατιωτικής τακτικής, σε συμφωνία με τις βασικές αρχές που διέπουν τη θεωρία και πρακτική ενός αντάρτικου κινήματος. Επιγραμματικά, μπορούμε να αναφέρουμε πως οι βασικές επιδιώξεις σε επίπεδο τακτικής και στρατηγικής, των χτυπημάτων σε μαλακούς στόχους όπως είναι το δίκτυο δημοσίων συγκοινωνιών της Αγγλικής πρωτεύουσας είναι οι εξής: α) να δυσχεράνουν τη θέση της βρετανικής κυβέρνησης αυξάνοντας το κόστος σε ανθρώπινες ζωές της δράσης μαχητών του εχθρού εντός της βρετανικής επικράτειας και, β) να αυξήσουν τη λαϊκή πίεση για επίλυση του ισλαμικού ζητήματος με πολιτικά μέσα καταδεικνύοντας την αναποτελεσματικότητα των κατασταλτικών μέτρων ασφαλείας. Από άποψη επιχειρησιακής εφαρμογής και υλοποίησης οι επιθέσεις ενάντια σε μαλακούς στόχους είναι σίγουρα μια απόλυτα λογική επιλογή καθώς, α) καθιστά τη πρόβλεψη και πρόληψη τρομοκρατικών χτυπημάτων εκ μέρους των υπηρεσιών ασφαλείας ουσιαστικά αδύνατη, β) έχει πολιτική απήχηση στους πληγέντες μουσουλμανικούς πληθυσμούς που συνεχίζουν να τελούν υπό το βάρβαρο καθεστώς μιας πολυεθνικής ξένης κατοχής (ΗΠΑ, Ισραήλ, Βρετανία, Ρωσία) και γ) συνιστά ρεαλιστική στρατιωτική προσέγγιση εκ μέρους των στρατηγικών εγκεφάλων που κατέστρωσαν το σχέδιο επίθεσης αφού την ίδια στιγμή που το Λονδίνο ήταν μια ανοχύρωτη πόλη με παρουσία μόλις χιλίων αστυνομικών, το Gleneagles στη Σκοτία όπου διεξαγόταν η σύνοδος του G8 και που κάλλιστα θα μπορούσε να αποτελέσει φυσικό στόχο των τρομοκρατών βρισκόταν σε ανεπίσημη κατάσταση πολιορκίας φυλασσόμενο από 5.000 πάνοπλους αστυνομικούς. Στον σχεδιασμό των επιθέσεων του Λονδίνου φαίνεται λοιπόν πως πρυτάνευσε η πολιτική φρόνηση και ο στρατιωτικός ρεαλισμός και όχι όπως λέει ο Κεν Λίβινγκστον το δολοφονικό μένος των βομβιστών αυτοκτονίας.
[i] «Μήνυμα του Οσάμα Μπιν Λάντεν στους Λαούς της Ευρώπης», στο http://www.muhajiroun.com/.
1 comment:
Madeleine McCann,4 years old,disappeared from The Ocean Club resort, Praia da Luz, Lagos, Portugal, in the evening of May 3, 2007. Police says that she was kidnapped by an english man.
There are several rewards, google it.
Go to my blog and copy my last post in to your blog (the post is in english and in portuguese).
You can also see about it on youtube.
She can be anywere around the world!
Post a Comment