Sunday, May 20, 2007

Ιραν: Το Νέο Μέτωπο της Αυτοκρατορικής Διαμάχης


Το Ιρανικό πρόβλημα αποτελεί ένα από τα τρέχοντα ζητήματα στην διεθνή πολιτική σκηνή που ενδέχεται να επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τον συσχετισμό δυνάμεων εντός του θεσμικού πλαισίου της Αυτοκρατορίας, ενισχύοντας είτε τον φιλο-μοναρχικό συνασπισμό του οποίου ηγούνται οι Ηνωμένες Πολιτείες, είτε την αριστοκρατική θεσμική αντιπολίτευση στο πλαίσιο της οποίας συμπαρατάσσονται η Γαλλία, η Γερμανία, κι εσχάτως, η Μεγάλη Βρετανία.
Υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι η κυβέρνηση Μπους επιχειρεί να προετοιμάσει το πολιτικό κλίμα τόσο στο εσωτερικό των ΗΠΑ όσο και ανάμεσα στα μέλη της διεθνούς κοινότητας, για μια νέα στρατιωτική επέμβαση ενάντια στην ισλαμική δημοκρατία του Ιράν με στόχους σε πρώτη φάση την κατάργηση κι αντικατάσταση του θεοκρατικού καθεστώτος και κατά δεύτερο λόγο την εξουδετέρωση του πυρηνικού οπλοστασίου της χώρας. Προς αυτήν την κατεύθυνση φαίνεται να κινούνται οι προσπάθειες της διερευνητικής Επιτροπής για την 11η Σεπτεμβρίου, η οποία στο πόρισμα που εξέδωσε δοκιμάζει να εμπλέξει το Ιράν στην προετοιμασία και οργάνωση του τρομοκρατικού χτυπήματος στους Δίδυμους Πύργους, επιχειρηματολογώντας υπέρ της ύπαρξης επιχειρησιακών δεσμών μεταξύ του δικτύου της al-Qaeda και των Ιρανικών μυστικών υπηρεσιών. Στο ίδιο πλαίσιο οφείλουμε επίσης να ερμηνεύσουμε τις ολοένα και συχνότερες και οξύτερες κατηγορίες που εκτοξεύουν υψηλά ιστάμενοι αξιωματούχοι της διορισμένης από τους Αμερικανούς προσωρινής Ιρακινής κυβέρνησης για υποδαύλιση από το Ιράν της εξέγερσης των Σιιτών οπαδών του Μοκτάντα αλ-Σαντρ στις Νότιες επαρχίες του κατεχόμενου Ιράκ.
Η δημιουργία τεχνητής έντασης στις σχέσεις της διεθνούς κοινότητας με το Ιράν στη συγκεκριμένη χρονική φάση εξυπηρετεί ιδεολογικές αλλά και πολιτικές-διπλωματικές επιδιώξεις. Από ιδεολογικής άποψης, αξιώνεται εκ μέρους της Αμερικανικής κυβέρνησης η επαλήθευση και νομιμοποίηση της θεωρητικής προσέγγισης μέ βάση την οποία ο Πρόεδρος Μπους διατύπωσε την θέση του σχετικά με την ύπαρξη ενός υπερεθνικού Άξονα του Κακού’ στον οποίο περιλαμβάνεται και το ‘ταραχοποιό’ καθεστώς του Ιράν.[i] Το Ιράν παρουσιάζεται ως πρόσκομμα στην προσπάθεια εκδημοκρατισμού του Ιράκ, ενώ βαρύνουσα σημασία θα πρέπει να αποδοθεί και στους ισχυρισμούς του Ισαρήλ ότι το πρόγραμμα πυρηνικής ενέργειας του Ιράν συνιστά απειλή για την εθνική του ασφάλεια. Μέσω της εμπλοκής του Ισραήλ στον διάλογο που διεξάγεται με θέμα τον αφοπλισμό του Ιράν τονίζεται η περιφερειακή διάσταση της Ιρανικής στρατηγικής απειλής και ο γεωπολιτικός ρόλος του Ιράν ως δυνητικού αποσταθεροποιητικού παράγοντα στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής.
Στο διπλωματικό επίπεδο, η παρέμβαση του Ισραήλ λειτουργεί ως μοχλός πίεσης ενάντια στην πολιτική διαμεσολάβησης και διπλωματικής συνδιαλλαγής που εφαρμόζεται από τους Ευρωπαίους στο Ιρανικό ζήτημα. Ως γεωστρατηγικός παίκτης το Ισραήλ έχει βαρύνουσα σημασία για το Ιράν αφού, α) είναι γνωστή η επιρροή που είναι σε θέση να ασκήσει στα κέντρα λήψης αποφάσεων και σχεδιασμού εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ και β) διαθέτει τα στρατιωτικά μέσα αλλά και την πολιτική βούληση, όπως έχει δείξει στις περιπτώσεις της Συρίας, του Ιράκ και του Λιβάνου, να καταγάγει προληπτικά χτυπήματα ενάντια σε οποιοδήποτε αντίπαλο εκλαμβάνει ως απειλή για τα εθνικά και στρατηγικά του συμφέροντα.
Η επιθετική στάση του Ισραήλ φέρνει πολύ κοντά το ενδεχόμενο μιας ευρύτερης σύρραξης στην Μέση Ανατολή και δυσχεραίνει έτσι τις συνομιλίες των τριών Ευρωπαίων υπουργών εξωτερικών με τους Ιρανούς αξιωματούχους, που υπό το πρίσμα της πίεσης που ασκούν Ισραήλ και ΗΠΑ, ενδέχεται να εκλάβουν τις διπλωματικές ενέργειες των Ευρωπαίων ως παραπλανητικό τέχνασμα ή προπαρασκευαστικό στάδιο μιας ήδη προεξοφλημένης στρατιωτικής επιχείρησης, όπως συνέβη πρόσφατα με το Ιράκ. Το Ιρανικό καθεστώς γνωρίζει πολύ καλά πως οι Ευρωπαίοι δεν είναι σε θέση να συγκρατήσουν το Ισραήλ σε περίπτωση ειλημμένης απόφασης για στρατιωτικό χτύπημα κατά του Ιράν. Σε αυτήν την περίπτωση αναμένεται πάγωμα των διαπραγματεύσεων με την τριμερή Ευρωπαϊκή αντιπροσωπεία. Η στροφή προς μια διπλωματική προσέγγιση με την Ουάσινγκτον παρουσιάζεται ως επιβεβλημένη επιλογή για το Ιράν, αφού μόνο οι Αμερικανοί φαίνεται να είναι σε θέση να αποτρέψουν ένα προληπτικό χτύπημα του Ισραήλ κατά των Ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων. Στην αντίθετη περίπτωση ο πόλεμος καθίσταται αναπόφευκτος, μια εξέλιξη που δεν είναι καθόλου απίθανη εάν οι σκληροπυρηνικοί κληρικοί που πρόσκεινται στον ανώτατο θρησκευτικό ηγέτη της επανάστασης Αλι Χαμενεϊ, επικρατήσουν των μεταρρυθμιστών του Χαταμί στην πάλη για εξουσία που διεξάγεται στο εσωτερικό του Ιράν.
Πρέπει να σημειωθεί ότι το αποτέλεσμα αυτής της ενδο-καθεστωτικής διαμάχης συνδέεται άμεσα με τους περαιτέρω χειρισμούς της διεθνούς κοινότητας στο θέμα του Ιράν και την θετική έκβαση της προσπάθειας για μια ειρηνική, διπλωματική διευθέτηση της κρίσης. Πιέζοντας προς την κατεύθυνση μιας δυναμικής λύσης, οι ΗΠΑ και το Ισραήλ ουσιαστικά επιχειρούν να υπονομεύσουν την εξουσία του μετριοπαθή Προέδρου Χαταμί στο εσωτερικό μέτωπο και να στερήσουν την Ευρωπαϊκή Τρόικα από έναν αξιόπιστο συνομιλητή που θα μπορούσε να συμβάλει στην επιτυχή πολιτική διαχείριση του προβλήματος του πυρηνικού αφοπλισμού του Ιράν.
Είναι προφανές από τα παραπάνω ότι στο στόχαστρο των ελιγμών της Αμερικανικής πολιτικής δεν βρίσκεται τόσο το Ιράν και το οπλοστάσιο του, όσο η διπλωματική πρωτοβουλία που έχει αναλάβει η Ευρωπαϊκή Τρόικα Γαλλίας, Γερμανίας και Μεγάλης Βρετανίας για την αποφυγή μιας νέας ένοπλης σύγκρουσης στο έτσι κι αλλιώς εύφλεκτο και ευμετάβλητο περιβάλλον της Μέσης Ανατολής. Είναι αξιοσημείωτο ότι, για πρώτη φορά μετά την πολιτική διάσπαση που συντελέστηκε στους κόλπους της ΕΕ με αφορμή την Ιρακινή κρίση, οι τρείς μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης έρχονται σε συμφωνία και καταφέρνουν να χαράξουν μια κοινή γραμμή αντιμετώπισης ένος μεγάλου θέματος εξωτερικής πολιτικής. Η σημασία αυτής της εξέλιξης είναι μεγάλη αφού, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ που αποτελούν παγιωμένη κρατική οντότητα με εξωτερική πολιτική που κινείται στην βάση σταθερών στρατηγικών και γεωπολιτικών συμφερόντων, η συγκρότηση της ΕΕ σε ομοιογενή γεωστρατηγικό παράγοντα περνά μέσα από την αντιπαράθεση και διπλωματική επικράτηση της σε συγκεκριμένα πολιτικά ζητήματα υπερεθνικής φύσεως και σημασίας (συλλογική ασφάλεια, προστασία του περιβάλλοντος) έναντι του φιλοπόλεμου, μοναρχικού συνασπισμού κρατών που δρά στο διεθνές πεδίο υπό την επίβλεψη και καθοδήγηση των ΗΠΑ και του Ισραήλ.
Με άλλα λόγια αυτό που διακυβεύεται είναι η αξιοπιστία του Ευρωπαϊκού συνασπισμού ως εναλλακτικού πόλου εξουσίας, ένα είδος αντιπολιτευόμενου κόμματος, στο πλαίσιο του ισχύοντος συστήματος της Αυτοκρατορικής υπερεθνικής διακυβέρνησης. Μπορούμε να πούμε πως η ευόδωση του παραπάνω στόχου βρίσκεται σε συνάρτηση με δύο αλληλένδετες παραμέτρους: α) την ικανότητα της Τρόικας να λάβει αποτελεσματικά μέτρα που θα εγγυώνται τον πυρηνικό αφοπλισμό του Ιράν ή την διοχέτευση της παραγωγής κι αξιοποίησης της Ιρανικής πυρηνικής ενέργειας σε ειρηνικούς τομείς αναπτυξιακής δράσης και β) την αποτελεσματική προστασία του Ιράν από τα επεκτατικά πολεμικά σχέδια των ΗΠΑ και του Ισραήλ που θα χρησιμεύσει ως απόδειξη της βιωσιμότητας και λειτουργικότητας του πολυμερούς μοντέλου διακυβέρνησης και των οφελών που μπορούν να αποκομίσουν οι εκάστοτε αντιμαχόμενες παρατάξεις από την μέθοδο της εποικοδομητικής διπλωματικής προσέγγισης που αυτό συνεπάγεται. Δουλεύοντας προς αυτήν την κατεύθυνση, οι Ευρωπαίοι, ενδεχομένως με τη συνδρομή Κίνας και Ρωσίας, οφείλουν να αντιταχθούν σθεναρά σε οποιαδήποτε Αμερικανική πρόταση για παραπομπή του Ιράν στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών (αν και η επιβολή οικονομικών κυρώσεων που μπορεί να αποτελέσει διαπραγματευτικό όπλο στα χέρια της Τρόικας μπορεί να γίνει μόνο από την ολομέλεια του Σ. Α., οπότε το ενδεχόμενο μιας ευρωπαϊκής υπαναχώρησης σε αυτό το ζήτημα τακτικής δεν θα πρέπει να αποκλειστεί). Επιπλεόν, πρέπει να καταστήσουν σαφές, και χωρίς ν’αφήσουν περιθώρια παρερμηνείας, ότι θα αντιδράσουν δυναμικά ενάντια σε κάθε πρωτοβουλία ανάληψης μονομερούς στρατιωτικής δράσης ενάντια στο Ιράν, είτε αυτή προέρχεται από τις ΗΠΑ, πράγμα αμφίβολο όσο οι ΗΠΑ παραμένουν καθηλωμένες στο Ιράκ, είτε από κάποια χώρα προσκείμενη στον Αμερικανικό συνασπισμό, όπως για παράδειγμα το πολεμοχαρές Ισραήλ.


[i] Όπως δήλωσε πρόσφατα η σύμβουλος του Λευκού Οίκου σε θέματα εθνικής ασφαλείας, «Ήταν ο Πρόεδρος [Μπούς] που πρώτος έθεσε αυτό το θέμα [του Ιράν] στην Ομιλία του Προς το Έθνος, την διάσημη ομιλία με τον Άξονα του Κακού’. Και οι σύμμαχοι μας έχουν αρχίσει ν’ανταποκρίνονται». Στο D.E. Sanger, Rice Says Iran Must Not Be Allowed to Develop Nuclear Arms, NYTimes, 09/08/2004.

No comments: