Στον πόλεμο της Γάζας, η δύση έριξε ολόκληρο το βάρος των ρατσιστικών ιδεολογικών και πολιτισμικών θεσμών της, πίσω από την ισραηλινή στρατιωτική επίθεση. Τα καθεστωτικά ΜΜΕ έχουν καταποντιστεί σε νέα βάθη ηθικής εξαχρείωσης, φτάνοντας στο σημείο να αναπαράγουν άκριτα τα πιο βρώμικα ψεύδη που βγαίνουν απευθείας από το τμήμα προπαγάνδας του ισραηλινού Υπουργείου Άμυνας. Δικαιολογούν την γενοκτονία ενός ολόκληρου λαού, στο όνομα της δήθεν μετριοπαθούς πολιτικής των «ίσων αποστάσεων». Μια πολιτική πρόδηλα μεροληπτική, όταν τα εμπόλεμα μέρη χωρίζονται από τεράστια διαφορά στρατιωτικής ισχύος. Οι επαναλαμβανόμενες ρατσιστικές ιδέες που διαποτίζουν τον λόγο τους είναι πράγματι τρομακτικές και δείχνουν πως δεν είναι απόρροια επικοινωνιακής στρατηγικής, αλλά προϊόν του βαθύτερου ρατσιστικού υπόβαθρου της κουλτούρας των δυτικών κοινωνιών.
Μιλούν διαρκώς για το δικαίωμα των πολιτών του Ισραήλ να ζουν ειρηνικά, παραβλέποντας το γεγονός ότι το Ισραήλ έχει απεμπολήσει το δικαίωμα του στην «ομαλότητα», όσο συνεχίζει να κατέχει με τη βία την Παλαιστινιακή γη. Από τους ντόπιους απολογητές έγινε η σύγκριση με μια αμυνόμενη Ελλάδα που απαντά σε «βομβαρδισμό» της Πελοποννήσου. Αλήθεια, πόσο άστοχη είναι η αυτή η σύγκριση, όταν το Ισραήλ είναι αυτό που επιτέθηκε, εισέβαλλε και κατέλαβε την Παλαιστίνη, πραγματοποιώντας εθνοκάθαρση, σφάζοντας και εκτοπίζοντας παράλληλα τον ντόπιο πληθυσμό. Έναν πληθυσμό εκατομμυρίων προσφύγων που στην καθομιλουμένη ακόμη αποκαλούμε «Παλαιστίνιους», δηλαδή ιθαγενείς / γηγενείς της Παλαιστίνης. Μια εθνοκάθαρση που δεν αποτελεί διαφιλονικούμενο ιστορικό γεγονός αλλά πολιτική πραγματικότητα και συνεχίζεται στις μέρες μας με την πεισματική άρνηση του Ισραήλ να επιτρέψει την επιστροφή των προσφύγων στα σπίτια τους, δικαίωμα που το έχει αναγνωρίσει μέχρι και ο ανυπόληπτος ΟΗΕ.
Στο επιχείρημα ότι και οι Εβραίοι δικαιούνται να έχουν πατρίδα, απαντώ με μια εύλογη απορία: από πότε το δικαίωμα των Εβραίων για την απόκτηση δικής τους εθνικής εστίας, νομιμοποιεί και συνεπάγεται τον βίαιο εξανδραποδισμό, την αδιάκριτη σφαγή και την γενοκτονία των Παλαιστινίων; Με ποιο κριτήριο η δική μου ύπαρξη, ακυρώνει τη δική σας;
Ο χυδαίος ρατσισμός των δυτικών ΜΜΕ αποδεικνύεται από τη στάση τους στο ζήτημα των αμάχων. Τυφλωμένοι από τον αφελή πνευματικό ναρκισσισμό τους, οι «εμπειρογνώμονες» των «εγκυρότερων» ενημερωτικών εντύπων δεν διστάζουν να ταυτίζονται με την επικοινωνιακή γραμμή του Ισραήλ και να αναπαράγουν υπό μορφή σοβαρής ανάλυσης, το αηδιαστικό ψέμα πως υπόλογοι για τις σφαγές των αμάχων δεν είναι οι Εβραίοι δολοφόνοι που πυροβολούν παιδάκια στο κεφάλι και ισοπεδώνουν ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα με τους βομβαρδισμούς τους, αλλά αντίθετα φταίνε οι Παλαιστίνιοι που χρησιμοποιούν τα παιδιά τους (άκουσον, άκουσον) σαν ασπίδες και σαν όπλα για να μεταστρέψουν υπέρ τους την διεθνή κοινή γνώμη! Εν ολίγοις υποστηρίζουν πως οι Παλαιστίνιοι είναι φανατισμένοι υπάνθρωποι που υπολείπονται συγκριτικά με μας σε στοιχειώδη ανθρώπινα ένστικτα, όπως είναι η αγάπη προς τα παιδιά τους.[i] Αντίθετα τα θυσιάζουν πρόθυμα και με τρόπο κυνικό. Για αυτούς οι άμαχοι δεν είναι παρά εργαλεία προκειμένου να επιτύχουν μια υποτιθέμενη επικοινωνιακή νίκη.
Από την άλλη μεριά, στη συμβολική αυτή αναπαράσταση της σύγκρουσης έχουμε τον ευγενή Εβραίο στρατιώτη, γαλουχημένο με τις δυτικές αξίες και το ουμανιστικό πνεύμα του δυτικού πολιτισμού, ο οποίος είναι ανίκανος να διαπράξει τις αγριότητες και τα ειδεχθή εγκλήματα που του καταλογίζουν. Στην πραγματικότητα το «πολιτισμένο» Ισραήλ δεν επιθυμεί την εκκένωση της Παλαιστίνης από τους Παλαιστίνιους ή αν είναι δυνατόν, την ολοκληρωτική φυσική εξόντωση τους. Όχι βέβαια! Ζητά μόνον να του επιτραπεί να ζήσει ειρηνικά (όσο θα ολοκληρώνει, εννοείται, ανενόχλητο την γενοκτονία σε βάρος των ανυπεράσπιστων Παλαιστίνιων).
Τα κατεστημένα ΜΜΕ μέμφονται την Χαμάς διότι χρησιμοποιεί πολιτικά κτήρια ως κάλυψη για τις στρατιωτικές της εγκαταστάσεις. Ωστόσο, παραβλέπουν το γεγονός πως πρόκειται για αντιστασιακό αντάρτικο κίνημα, από τη φύση του υβριδικό, στα πλαίσια του οποίου η στρατιωτική και η πολιτική διάσταση αναμειγνύονται και επικαλύπτουν η μία την άλλη. Πότε το Ισραήλ παραχώρησε δικαίωμα ίδρυσης επίσημων στρατιωτικών εγκαταστάσεων στη Χαμάς, ώστε να μην αναγκάζεται η οργάνωση να κρύβεται ανάμεσα στον πληθυσμό που την αγαπά και τη στηρίζει; Πότε η Χαμάς απέκτησε τανκς, αεροπορία και βαρύ πυροβολικό ώστε να διεξαγάγει αγώνα με ίσους όρους ενάντια στον ισραηλινή πολεμική μηχανή και να εγκαταλείψει τις αντάρτικες πρακτικές που την εξαναγκάζουν να χτυπά κι έπειτα να εξαφανίζεται στις πυκνοκατοικημένες γειτονιές της Γάζας; Σύμφωνα με τη λογική των επικριτών της ισλαμικής οργάνωσης και η ελληνική Εθνική Αντίσταση ήταν τρομοκρατική οργάνωση και οι Γάλλοι παρτιζάνοι ήταν δειλοί φανατικοί που «χρησιμοποιούσαν» τους αμάχους για δική τους κάλυψη. Έτσι καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως δεν έφταιγαν οι Ναζί για τις αγριότητες που διέπραξαν, αλλά η κάθε λογής αντίσταση με την (ανεξήγητη) εμμονή της να πολεμά τον κατακτητή. Συλλογισμός, αν μη τι άλλο αφοπλιστικός.
Είναι αλήθεια πως η Χαμάς είναι ένα ισλαμιστικό κίνημα και σίγουρα πολλοί από εμάς δεν συμφωνούμε με τον ακραίο συντηρητισμό της οργάνωσης. Από αυτό το σημείο όμως, μέχρι να φτάσουμε να δικαιολογούμε τη συστηματική και εν ψυχρώ εξολόθρευση του Παλαιστινιακού πληθυσμού επειδή εξέλεξαν μια παράταξη που δεν πληρεί τις ιδεολογικές προδιαγραφές που εμείς έχουμε κατά νου, η απόσταση είναι τεράστια. Δηλαδή θα επιδοκιμάσουμε τη συλλογική τιμωρία των Παλαιστινίων, επειδή δεν εκπλήρωσαν τις «μεγάλες προσδοκίες» που είχαμε από αυτούς; Η Χαμάς είναι εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα με βαθιές ρίζες στον Παλαιστινιακό λαό και η περιγραφή της ως απλά μιας σκοταδιστικής, φονταμεταλιστικής οργάνωσης είναι απολύτως σχηματική και ενδεικτική των στερεοτύπων που χρησιμοποιεί η δύση για να κατανοήσει το Ισλάμ.
Για παράδειγμα, η επίσης ισλαμιστική Χεζμπολάχ, κατά τη διάρκεια της ισραηλινής εισβολής του 2006 στον Λίβανο, συνεργάστηκε ενεργά με ομάδες της κοσμικής αντιπολίτευσης (ΚΚ Λιβάνου, δίκτυο αλληλεγγύης «Σαμιντούν», ακόμη και φεμινιστικές ομάδες!)[ii], προκειμένου να αποκρούσει την ισραηλινή επίθεση και να συμβάλλει στην ανοικοδόμηση του κατεστραμμένου νοτίου Λιβάνου. Μάλιστα, παρά το γεγονός ότι οι μαχητές της οργάνωσης ήταν αυτοί που σήκωσαν το κύριο βάρος των πολεμικών επιχειρήσεων ενάντια στον ισραηλινό στρατό, μετά τη λήξη των εχθροπραξιών η Χεζμπολάχ δεν διεκδίκησε το μονοπώλιο της εξουσίας στην επικράτεια που αποτελεί το προπύργιο της πολιτικής εξουσίας της (νότιος Λίβανος), αλλά παραχώρησε ουσιαστικά εν λευκώ τον έλεγχο ολόκληρων περιοχών σε κοσμικές οργανώσεις που εργάζονταν για την ανασυγκρότηση της ρημαγμένης περιοχής. Η Χεζμπολάχ μπόρεσε να υπερβεί την προκατάληψη ενάντια στις πολιτικές δυνάμεις με κοσμικό χαρακτήρα που είναι έμφυτη στην ιδεολογία της, για να διασφαλίσει την πολιτική ενότητα της λιβανικής αντίστασης. Μπόρεσε να δει πέρα από ιδεολογικά στερεότυπα, στο όνομα της εξυπηρέτησης του γενικού συμφέροντος του λιβανικού λαού. Επίσης, επιδίωξε να σφυρηλατήσει διαρκείς δεσμούς με το παγκόσμιο αντιπολεμικό κίνημα μέσω της συμμετοχής της σε διεθνή αντι-ιμπεριαλιστικά συνέδρια και ενεπλάκη σε μια διαδικασία διαλόγου με φορείς της κοινωνίας των πολιτών στο εξωτερικό, που μόνο ευεργετική επίδραση μπορεί να έχει στη διαμόρφωση νέων ιδεολογικών παραμέτρων για την οργάνωση.
Ουδεμία τέτοια ευκαιρία δόθηκε στη Χαμάς, η οποία από τη στιγμή που κέρδισε τις εκλογές βρέθηκε αντιμέτωπη με τη διπλωματική απομόνωση της από τα υπόλοιπα κράτη, τον οικονομικό αποκλεισμό της Γάζας, την υποκίνηση πραξικοπήματος ενάντια στην κυριαρχία της και τον πολιτικό εξοβελισμό της ακόμη και από κύκλους που παραδοσιακά υποστήριζαν την Παλαιστινιακή υπόθεση (κατεστημένη «ρεφορμιστική» αριστερά, εξωκοινοβουλευτική αριστερά, αντί-εξουσιαστικός χώρος). Και αυτό παρά το γεγονός ότι η Χαμάς έχει αποδείξει ότι μπορεί να λειτουργήσει στα πλαίσια ενός πλουραλιστικού μοντέλου διακυβέρνησης, συνεργαζόμενη αρμονικά τόσο με την ριζοσπαστική πτέρυγα της Φατάχ, υπό τον δρα Μπαργούτι (αδελφού του φυλακισμένου ηγέτη της οργάνωσης Μαρουάν Μπαργούτι), όσο και με ένοπλες αντιστασιακές οργανώσεις με σοσιαλιστική ιδεολογία, όπως το PFLP.
Το μέλλον που είναι σε θέση να προσφέρει στους πολίτες της η κυβέρνηση της Χαμάς, δυστυχώς δεν το διαμορφώνει η ίδια η Χαμάς, αλλά οι φασίστες σιωνιστές με την εξοντωτική κατοχή που έχουν εγκαθιδρύσει στα Παλαιστινιακά εδάφη, τον οικονομικό στραγγαλισμό τους και την άρνηση τους να επιτρέψουν την ίδρυση πραγματικού Παλαιστινιακού κράτους, όχι στα πρότυπα του εξαρτημένου προτεκτοράτου που προβλέπεται από τις κατάπτυστες συμφωνίες του Όσλο. Ήταν η αποποίηση των εθνικών στόχων του Παλαιστινιακού κινήματος από μέρους της διεφθαρμένης Παλαιστινιακής Αρχής (Π.Α.) που έσπρωξε τους Παλαιστίνιους να εγκαταλείψουν μαζικά την Φατάχ και να προσχωρήσουν στη Χαμάς. Ο θρησκευτικός ριζοσπαστισμός ήταν η μικρότερη από τις παραμέτρους που συνέβαλλαν σε αυτήν την μεταστροφή της Παλαιστινιακής κοινής γνώμης. Πιο σημαντικό ρόλο έπαιξε η εντιμότητα των στελεχών της Χαμάς (σε ευθεία αντίθεση με τη ληστρική νοοτροπία και τον νεποτισμό των αξιωματούχων της Φατάχ), η προσήλωση που επέδειξαν στο όραμα της ανεξαρτησίας και της επιστροφής των Παλαιστίνιων προσφύγων, η κοινωνική προσφορά της οργάνωσης που σε πολλούς τομείς υποκαθιστούσε την ανύπαρκτη πρόνοια της Π.Α. (ίδρυση νοσοκομείων, πτωχοκομείων, σχολείων, κλπ.) και τέλος η συνέχιση της ένοπλης αντίστασης ενάντια στον κατακτητή.
Ακόμη και μια συντηρητική διακυβέρνηση της Χαμάς, προϊόν της συνειδητής επιλογής του Παλαιστινιακού λαού, είναι προτιμότερη από την εθνοκάθαρση της Παλαιστίνης από το Ισραήλ ή την υποδούλωση των Παλαιστίνιων στο ρατσιστικό καθεστώς απαρτχάιντ που το κράτος του Ισραήλ επιφυλάσσει για τους άραβες που κατοικούν στην επικράτεια του. Άποψη μου είναι πως όσα πολιτικά κινήματα δεν ταυτίζονται με την υπερεθνική ελίτ και τους σιωνιστές συμμάχους της, οφείλουν να δοκιμάσουν να ανοίξουν νέα κανάλια επικοινωνίας με τις οργανώσεις της Παλαιστινιακής αντίστασης και να συμπαρασταθούν όχι μόνο ηθικά, αλλά και πολιτικά στον άνισο αγώνα που διεξάγουν ενάντια στους εβραίους κατακτητές.
[i] Η παροιμιώδης φράση του Προέδρου του Ισραήλ Σίμον Πέρεζ ότι η ανισομέρεια ανάμεσα στις απώλειες παιδιών σε Ισραήλ και Γάζα οφείλεται στο ότι «εμείς (οι Ισραηλινοί) προσέχουμε τα παιδιά μας», συνιστά συγκεκαλυμμένη επίκληση της υπόρρητης διάκρισης ανάμεσα σε υπανθρώπους Παλαιστίνιους-Άραβες και ευγενείς δυτικόφρονες Ισραηλινούς, που κυριαρχεί στο συλλογικό ασυνείδητο των κοινωνιών της δύσης. Παρόμοια επικοινωνιακή στρατηγική βεβαίως ακολουθήθηκε και από το γενικό επιτελείο των ΗΠΑ ως προς τη δικαιολόγηση των απωλειών ιρακινών αμάχων κατά τις επιχειρήσεις του αμερικανικού στρατού, ένδειξη πως και οι δύο εκστρατείες σχεδιάστηκαν και εκτελέστηκαν από το ίδιο κέντρο αποφάσεων. Πάντως την τακτική αυτή της συκοφάντησης και της επίκλησης ρατσιστικών στερεοτύπων, το Ισραήλ τη χρησιμοποιεί εδώ και δεκαετίες στον βρώμικο πόλεμο που έχει εξαπολύσει ενάντια στους Παλαιστίνιους.
[ii] Ν. Λούντος, Λίβανος: Πώς Νίκησε η Αντίσταση (Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο).
Μιλούν διαρκώς για το δικαίωμα των πολιτών του Ισραήλ να ζουν ειρηνικά, παραβλέποντας το γεγονός ότι το Ισραήλ έχει απεμπολήσει το δικαίωμα του στην «ομαλότητα», όσο συνεχίζει να κατέχει με τη βία την Παλαιστινιακή γη. Από τους ντόπιους απολογητές έγινε η σύγκριση με μια αμυνόμενη Ελλάδα που απαντά σε «βομβαρδισμό» της Πελοποννήσου. Αλήθεια, πόσο άστοχη είναι η αυτή η σύγκριση, όταν το Ισραήλ είναι αυτό που επιτέθηκε, εισέβαλλε και κατέλαβε την Παλαιστίνη, πραγματοποιώντας εθνοκάθαρση, σφάζοντας και εκτοπίζοντας παράλληλα τον ντόπιο πληθυσμό. Έναν πληθυσμό εκατομμυρίων προσφύγων που στην καθομιλουμένη ακόμη αποκαλούμε «Παλαιστίνιους», δηλαδή ιθαγενείς / γηγενείς της Παλαιστίνης. Μια εθνοκάθαρση που δεν αποτελεί διαφιλονικούμενο ιστορικό γεγονός αλλά πολιτική πραγματικότητα και συνεχίζεται στις μέρες μας με την πεισματική άρνηση του Ισραήλ να επιτρέψει την επιστροφή των προσφύγων στα σπίτια τους, δικαίωμα που το έχει αναγνωρίσει μέχρι και ο ανυπόληπτος ΟΗΕ.
Στο επιχείρημα ότι και οι Εβραίοι δικαιούνται να έχουν πατρίδα, απαντώ με μια εύλογη απορία: από πότε το δικαίωμα των Εβραίων για την απόκτηση δικής τους εθνικής εστίας, νομιμοποιεί και συνεπάγεται τον βίαιο εξανδραποδισμό, την αδιάκριτη σφαγή και την γενοκτονία των Παλαιστινίων; Με ποιο κριτήριο η δική μου ύπαρξη, ακυρώνει τη δική σας;
Ο χυδαίος ρατσισμός των δυτικών ΜΜΕ αποδεικνύεται από τη στάση τους στο ζήτημα των αμάχων. Τυφλωμένοι από τον αφελή πνευματικό ναρκισσισμό τους, οι «εμπειρογνώμονες» των «εγκυρότερων» ενημερωτικών εντύπων δεν διστάζουν να ταυτίζονται με την επικοινωνιακή γραμμή του Ισραήλ και να αναπαράγουν υπό μορφή σοβαρής ανάλυσης, το αηδιαστικό ψέμα πως υπόλογοι για τις σφαγές των αμάχων δεν είναι οι Εβραίοι δολοφόνοι που πυροβολούν παιδάκια στο κεφάλι και ισοπεδώνουν ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα με τους βομβαρδισμούς τους, αλλά αντίθετα φταίνε οι Παλαιστίνιοι που χρησιμοποιούν τα παιδιά τους (άκουσον, άκουσον) σαν ασπίδες και σαν όπλα για να μεταστρέψουν υπέρ τους την διεθνή κοινή γνώμη! Εν ολίγοις υποστηρίζουν πως οι Παλαιστίνιοι είναι φανατισμένοι υπάνθρωποι που υπολείπονται συγκριτικά με μας σε στοιχειώδη ανθρώπινα ένστικτα, όπως είναι η αγάπη προς τα παιδιά τους.[i] Αντίθετα τα θυσιάζουν πρόθυμα και με τρόπο κυνικό. Για αυτούς οι άμαχοι δεν είναι παρά εργαλεία προκειμένου να επιτύχουν μια υποτιθέμενη επικοινωνιακή νίκη.
Από την άλλη μεριά, στη συμβολική αυτή αναπαράσταση της σύγκρουσης έχουμε τον ευγενή Εβραίο στρατιώτη, γαλουχημένο με τις δυτικές αξίες και το ουμανιστικό πνεύμα του δυτικού πολιτισμού, ο οποίος είναι ανίκανος να διαπράξει τις αγριότητες και τα ειδεχθή εγκλήματα που του καταλογίζουν. Στην πραγματικότητα το «πολιτισμένο» Ισραήλ δεν επιθυμεί την εκκένωση της Παλαιστίνης από τους Παλαιστίνιους ή αν είναι δυνατόν, την ολοκληρωτική φυσική εξόντωση τους. Όχι βέβαια! Ζητά μόνον να του επιτραπεί να ζήσει ειρηνικά (όσο θα ολοκληρώνει, εννοείται, ανενόχλητο την γενοκτονία σε βάρος των ανυπεράσπιστων Παλαιστίνιων).
Τα κατεστημένα ΜΜΕ μέμφονται την Χαμάς διότι χρησιμοποιεί πολιτικά κτήρια ως κάλυψη για τις στρατιωτικές της εγκαταστάσεις. Ωστόσο, παραβλέπουν το γεγονός πως πρόκειται για αντιστασιακό αντάρτικο κίνημα, από τη φύση του υβριδικό, στα πλαίσια του οποίου η στρατιωτική και η πολιτική διάσταση αναμειγνύονται και επικαλύπτουν η μία την άλλη. Πότε το Ισραήλ παραχώρησε δικαίωμα ίδρυσης επίσημων στρατιωτικών εγκαταστάσεων στη Χαμάς, ώστε να μην αναγκάζεται η οργάνωση να κρύβεται ανάμεσα στον πληθυσμό που την αγαπά και τη στηρίζει; Πότε η Χαμάς απέκτησε τανκς, αεροπορία και βαρύ πυροβολικό ώστε να διεξαγάγει αγώνα με ίσους όρους ενάντια στον ισραηλινή πολεμική μηχανή και να εγκαταλείψει τις αντάρτικες πρακτικές που την εξαναγκάζουν να χτυπά κι έπειτα να εξαφανίζεται στις πυκνοκατοικημένες γειτονιές της Γάζας; Σύμφωνα με τη λογική των επικριτών της ισλαμικής οργάνωσης και η ελληνική Εθνική Αντίσταση ήταν τρομοκρατική οργάνωση και οι Γάλλοι παρτιζάνοι ήταν δειλοί φανατικοί που «χρησιμοποιούσαν» τους αμάχους για δική τους κάλυψη. Έτσι καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως δεν έφταιγαν οι Ναζί για τις αγριότητες που διέπραξαν, αλλά η κάθε λογής αντίσταση με την (ανεξήγητη) εμμονή της να πολεμά τον κατακτητή. Συλλογισμός, αν μη τι άλλο αφοπλιστικός.
Είναι αλήθεια πως η Χαμάς είναι ένα ισλαμιστικό κίνημα και σίγουρα πολλοί από εμάς δεν συμφωνούμε με τον ακραίο συντηρητισμό της οργάνωσης. Από αυτό το σημείο όμως, μέχρι να φτάσουμε να δικαιολογούμε τη συστηματική και εν ψυχρώ εξολόθρευση του Παλαιστινιακού πληθυσμού επειδή εξέλεξαν μια παράταξη που δεν πληρεί τις ιδεολογικές προδιαγραφές που εμείς έχουμε κατά νου, η απόσταση είναι τεράστια. Δηλαδή θα επιδοκιμάσουμε τη συλλογική τιμωρία των Παλαιστινίων, επειδή δεν εκπλήρωσαν τις «μεγάλες προσδοκίες» που είχαμε από αυτούς; Η Χαμάς είναι εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα με βαθιές ρίζες στον Παλαιστινιακό λαό και η περιγραφή της ως απλά μιας σκοταδιστικής, φονταμεταλιστικής οργάνωσης είναι απολύτως σχηματική και ενδεικτική των στερεοτύπων που χρησιμοποιεί η δύση για να κατανοήσει το Ισλάμ.
Για παράδειγμα, η επίσης ισλαμιστική Χεζμπολάχ, κατά τη διάρκεια της ισραηλινής εισβολής του 2006 στον Λίβανο, συνεργάστηκε ενεργά με ομάδες της κοσμικής αντιπολίτευσης (ΚΚ Λιβάνου, δίκτυο αλληλεγγύης «Σαμιντούν», ακόμη και φεμινιστικές ομάδες!)[ii], προκειμένου να αποκρούσει την ισραηλινή επίθεση και να συμβάλλει στην ανοικοδόμηση του κατεστραμμένου νοτίου Λιβάνου. Μάλιστα, παρά το γεγονός ότι οι μαχητές της οργάνωσης ήταν αυτοί που σήκωσαν το κύριο βάρος των πολεμικών επιχειρήσεων ενάντια στον ισραηλινό στρατό, μετά τη λήξη των εχθροπραξιών η Χεζμπολάχ δεν διεκδίκησε το μονοπώλιο της εξουσίας στην επικράτεια που αποτελεί το προπύργιο της πολιτικής εξουσίας της (νότιος Λίβανος), αλλά παραχώρησε ουσιαστικά εν λευκώ τον έλεγχο ολόκληρων περιοχών σε κοσμικές οργανώσεις που εργάζονταν για την ανασυγκρότηση της ρημαγμένης περιοχής. Η Χεζμπολάχ μπόρεσε να υπερβεί την προκατάληψη ενάντια στις πολιτικές δυνάμεις με κοσμικό χαρακτήρα που είναι έμφυτη στην ιδεολογία της, για να διασφαλίσει την πολιτική ενότητα της λιβανικής αντίστασης. Μπόρεσε να δει πέρα από ιδεολογικά στερεότυπα, στο όνομα της εξυπηρέτησης του γενικού συμφέροντος του λιβανικού λαού. Επίσης, επιδίωξε να σφυρηλατήσει διαρκείς δεσμούς με το παγκόσμιο αντιπολεμικό κίνημα μέσω της συμμετοχής της σε διεθνή αντι-ιμπεριαλιστικά συνέδρια και ενεπλάκη σε μια διαδικασία διαλόγου με φορείς της κοινωνίας των πολιτών στο εξωτερικό, που μόνο ευεργετική επίδραση μπορεί να έχει στη διαμόρφωση νέων ιδεολογικών παραμέτρων για την οργάνωση.
Ουδεμία τέτοια ευκαιρία δόθηκε στη Χαμάς, η οποία από τη στιγμή που κέρδισε τις εκλογές βρέθηκε αντιμέτωπη με τη διπλωματική απομόνωση της από τα υπόλοιπα κράτη, τον οικονομικό αποκλεισμό της Γάζας, την υποκίνηση πραξικοπήματος ενάντια στην κυριαρχία της και τον πολιτικό εξοβελισμό της ακόμη και από κύκλους που παραδοσιακά υποστήριζαν την Παλαιστινιακή υπόθεση (κατεστημένη «ρεφορμιστική» αριστερά, εξωκοινοβουλευτική αριστερά, αντί-εξουσιαστικός χώρος). Και αυτό παρά το γεγονός ότι η Χαμάς έχει αποδείξει ότι μπορεί να λειτουργήσει στα πλαίσια ενός πλουραλιστικού μοντέλου διακυβέρνησης, συνεργαζόμενη αρμονικά τόσο με την ριζοσπαστική πτέρυγα της Φατάχ, υπό τον δρα Μπαργούτι (αδελφού του φυλακισμένου ηγέτη της οργάνωσης Μαρουάν Μπαργούτι), όσο και με ένοπλες αντιστασιακές οργανώσεις με σοσιαλιστική ιδεολογία, όπως το PFLP.
Το μέλλον που είναι σε θέση να προσφέρει στους πολίτες της η κυβέρνηση της Χαμάς, δυστυχώς δεν το διαμορφώνει η ίδια η Χαμάς, αλλά οι φασίστες σιωνιστές με την εξοντωτική κατοχή που έχουν εγκαθιδρύσει στα Παλαιστινιακά εδάφη, τον οικονομικό στραγγαλισμό τους και την άρνηση τους να επιτρέψουν την ίδρυση πραγματικού Παλαιστινιακού κράτους, όχι στα πρότυπα του εξαρτημένου προτεκτοράτου που προβλέπεται από τις κατάπτυστες συμφωνίες του Όσλο. Ήταν η αποποίηση των εθνικών στόχων του Παλαιστινιακού κινήματος από μέρους της διεφθαρμένης Παλαιστινιακής Αρχής (Π.Α.) που έσπρωξε τους Παλαιστίνιους να εγκαταλείψουν μαζικά την Φατάχ και να προσχωρήσουν στη Χαμάς. Ο θρησκευτικός ριζοσπαστισμός ήταν η μικρότερη από τις παραμέτρους που συνέβαλλαν σε αυτήν την μεταστροφή της Παλαιστινιακής κοινής γνώμης. Πιο σημαντικό ρόλο έπαιξε η εντιμότητα των στελεχών της Χαμάς (σε ευθεία αντίθεση με τη ληστρική νοοτροπία και τον νεποτισμό των αξιωματούχων της Φατάχ), η προσήλωση που επέδειξαν στο όραμα της ανεξαρτησίας και της επιστροφής των Παλαιστίνιων προσφύγων, η κοινωνική προσφορά της οργάνωσης που σε πολλούς τομείς υποκαθιστούσε την ανύπαρκτη πρόνοια της Π.Α. (ίδρυση νοσοκομείων, πτωχοκομείων, σχολείων, κλπ.) και τέλος η συνέχιση της ένοπλης αντίστασης ενάντια στον κατακτητή.
Ακόμη και μια συντηρητική διακυβέρνηση της Χαμάς, προϊόν της συνειδητής επιλογής του Παλαιστινιακού λαού, είναι προτιμότερη από την εθνοκάθαρση της Παλαιστίνης από το Ισραήλ ή την υποδούλωση των Παλαιστίνιων στο ρατσιστικό καθεστώς απαρτχάιντ που το κράτος του Ισραήλ επιφυλάσσει για τους άραβες που κατοικούν στην επικράτεια του. Άποψη μου είναι πως όσα πολιτικά κινήματα δεν ταυτίζονται με την υπερεθνική ελίτ και τους σιωνιστές συμμάχους της, οφείλουν να δοκιμάσουν να ανοίξουν νέα κανάλια επικοινωνίας με τις οργανώσεις της Παλαιστινιακής αντίστασης και να συμπαρασταθούν όχι μόνο ηθικά, αλλά και πολιτικά στον άνισο αγώνα που διεξάγουν ενάντια στους εβραίους κατακτητές.
[i] Η παροιμιώδης φράση του Προέδρου του Ισραήλ Σίμον Πέρεζ ότι η ανισομέρεια ανάμεσα στις απώλειες παιδιών σε Ισραήλ και Γάζα οφείλεται στο ότι «εμείς (οι Ισραηλινοί) προσέχουμε τα παιδιά μας», συνιστά συγκεκαλυμμένη επίκληση της υπόρρητης διάκρισης ανάμεσα σε υπανθρώπους Παλαιστίνιους-Άραβες και ευγενείς δυτικόφρονες Ισραηλινούς, που κυριαρχεί στο συλλογικό ασυνείδητο των κοινωνιών της δύσης. Παρόμοια επικοινωνιακή στρατηγική βεβαίως ακολουθήθηκε και από το γενικό επιτελείο των ΗΠΑ ως προς τη δικαιολόγηση των απωλειών ιρακινών αμάχων κατά τις επιχειρήσεις του αμερικανικού στρατού, ένδειξη πως και οι δύο εκστρατείες σχεδιάστηκαν και εκτελέστηκαν από το ίδιο κέντρο αποφάσεων. Πάντως την τακτική αυτή της συκοφάντησης και της επίκλησης ρατσιστικών στερεοτύπων, το Ισραήλ τη χρησιμοποιεί εδώ και δεκαετίες στον βρώμικο πόλεμο που έχει εξαπολύσει ενάντια στους Παλαιστίνιους.
[ii] Ν. Λούντος, Λίβανος: Πώς Νίκησε η Αντίσταση (Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο).