Wednesday, January 21, 2009

Συμπαράσταση στην Παλαιστινιακή Αντίσταση


Στον πόλεμο της Γάζας, η δύση έριξε ολόκληρο το βάρος των ρατσιστικών ιδεολογικών και πολιτισμικών θεσμών της, πίσω από την ισραηλινή στρατιωτική επίθεση. Τα καθεστωτικά ΜΜΕ έχουν καταποντιστεί σε νέα βάθη ηθικής εξαχρείωσης, φτάνοντας στο σημείο να αναπαράγουν άκριτα τα πιο βρώμικα ψεύδη που βγαίνουν απευθείας από το τμήμα προπαγάνδας του ισραηλινού Υπουργείου Άμυνας. Δικαιολογούν την γενοκτονία ενός ολόκληρου λαού, στο όνομα της δήθεν μετριοπαθούς πολιτικής των «ίσων αποστάσεων». Μια πολιτική πρόδηλα μεροληπτική, όταν τα εμπόλεμα μέρη χωρίζονται από τεράστια διαφορά στρατιωτικής ισχύος. Οι επαναλαμβανόμενες ρατσιστικές ιδέες που διαποτίζουν τον λόγο τους είναι πράγματι τρομακτικές και δείχνουν πως δεν είναι απόρροια επικοινωνιακής στρατηγικής, αλλά προϊόν του βαθύτερου ρατσιστικού υπόβαθρου της κουλτούρας των δυτικών κοινωνιών.
Μιλούν διαρκώς για το δικαίωμα των πολιτών του Ισραήλ να ζουν ειρηνικά, παραβλέποντας το γεγονός ότι το Ισραήλ έχει απεμπολήσει το δικαίωμα του στην «ομαλότητα», όσο συνεχίζει να κατέχει με τη βία την Παλαιστινιακή γη. Από τους ντόπιους απολογητές έγινε η σύγκριση με μια αμυνόμενη Ελλάδα που απαντά σε «βομβαρδισμό» της Πελοποννήσου. Αλήθεια, πόσο άστοχη είναι η αυτή η σύγκριση, όταν το Ισραήλ είναι αυτό που επιτέθηκε, εισέβαλλε και κατέλαβε την Παλαιστίνη, πραγματοποιώντας εθνοκάθαρση, σφάζοντας και εκτοπίζοντας παράλληλα τον ντόπιο πληθυσμό. Έναν πληθυσμό εκατομμυρίων προσφύγων που στην καθομιλουμένη ακόμη αποκαλούμε «Παλαιστίνιους», δηλαδή ιθαγενείς / γηγενείς της Παλαιστίνης. Μια εθνοκάθαρση που δεν αποτελεί διαφιλονικούμενο ιστορικό γεγονός αλλά πολιτική πραγματικότητα και συνεχίζεται στις μέρες μας με την πεισματική άρνηση του Ισραήλ να επιτρέψει την επιστροφή των προσφύγων στα σπίτια τους, δικαίωμα που το έχει αναγνωρίσει μέχρι και ο ανυπόληπτος ΟΗΕ.
Στο επιχείρημα ότι και οι Εβραίοι δικαιούνται να έχουν πατρίδα, απαντώ με μια εύλογη απορία: από πότε το δικαίωμα των Εβραίων για την απόκτηση δικής τους εθνικής εστίας, νομιμοποιεί και συνεπάγεται τον βίαιο εξανδραποδισμό, την αδιάκριτη σφαγή και την γενοκτονία των Παλαιστινίων; Με ποιο κριτήριο η δική μου ύπαρξη, ακυρώνει τη δική σας;
Ο χυδαίος ρατσισμός των δυτικών ΜΜΕ αποδεικνύεται από τη στάση τους στο ζήτημα των αμάχων. Τυφλωμένοι από τον αφελή πνευματικό ναρκισσισμό τους, οι «εμπειρογνώμονες» των «εγκυρότερων» ενημερωτικών εντύπων δεν διστάζουν να ταυτίζονται με την επικοινωνιακή γραμμή του Ισραήλ και να αναπαράγουν υπό μορφή σοβαρής ανάλυσης, το αηδιαστικό ψέμα πως υπόλογοι για τις σφαγές των αμάχων δεν είναι οι Εβραίοι δολοφόνοι που πυροβολούν παιδάκια στο κεφάλι και ισοπεδώνουν ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα με τους βομβαρδισμούς τους, αλλά αντίθετα φταίνε οι Παλαιστίνιοι που χρησιμοποιούν τα παιδιά τους (άκουσον, άκουσον) σαν ασπίδες και σαν όπλα για να μεταστρέψουν υπέρ τους την διεθνή κοινή γνώμη! Εν ολίγοις υποστηρίζουν πως οι Παλαιστίνιοι είναι φανατισμένοι υπάνθρωποι που υπολείπονται συγκριτικά με μας σε στοιχειώδη ανθρώπινα ένστικτα, όπως είναι η αγάπη προς τα παιδιά τους.[i] Αντίθετα τα θυσιάζουν πρόθυμα και με τρόπο κυνικό. Για αυτούς οι άμαχοι δεν είναι παρά εργαλεία προκειμένου να επιτύχουν μια υποτιθέμενη επικοινωνιακή νίκη.
Από την άλλη μεριά, στη συμβολική αυτή αναπαράσταση της σύγκρουσης έχουμε τον ευγενή Εβραίο στρατιώτη, γαλουχημένο με τις δυτικές αξίες και το ουμανιστικό πνεύμα του δυτικού πολιτισμού, ο οποίος είναι ανίκανος να διαπράξει τις αγριότητες και τα ειδεχθή εγκλήματα που του καταλογίζουν. Στην πραγματικότητα το «πολιτισμένο» Ισραήλ δεν επιθυμεί την εκκένωση της Παλαιστίνης από τους Παλαιστίνιους ή αν είναι δυνατόν, την ολοκληρωτική φυσική εξόντωση τους. Όχι βέβαια! Ζητά μόνον να του επιτραπεί να ζήσει ειρηνικά (όσο θα ολοκληρώνει, εννοείται, ανενόχλητο την γενοκτονία σε βάρος των ανυπεράσπιστων Παλαιστίνιων).
Τα κατεστημένα ΜΜΕ μέμφονται την Χαμάς διότι χρησιμοποιεί πολιτικά κτήρια ως κάλυψη για τις στρατιωτικές της εγκαταστάσεις. Ωστόσο, παραβλέπουν το γεγονός πως πρόκειται για αντιστασιακό αντάρτικο κίνημα, από τη φύση του υβριδικό, στα πλαίσια του οποίου η στρατιωτική και η πολιτική διάσταση αναμειγνύονται και επικαλύπτουν η μία την άλλη. Πότε το Ισραήλ παραχώρησε δικαίωμα ίδρυσης επίσημων στρατιωτικών εγκαταστάσεων στη Χαμάς, ώστε να μην αναγκάζεται η οργάνωση να κρύβεται ανάμεσα στον πληθυσμό που την αγαπά και τη στηρίζει; Πότε η Χαμάς απέκτησε τανκς, αεροπορία και βαρύ πυροβολικό ώστε να διεξαγάγει αγώνα με ίσους όρους ενάντια στον ισραηλινή πολεμική μηχανή και να εγκαταλείψει τις αντάρτικες πρακτικές που την εξαναγκάζουν να χτυπά κι έπειτα να εξαφανίζεται στις πυκνοκατοικημένες γειτονιές της Γάζας; Σύμφωνα με τη λογική των επικριτών της ισλαμικής οργάνωσης και η ελληνική Εθνική Αντίσταση ήταν τρομοκρατική οργάνωση και οι Γάλλοι παρτιζάνοι ήταν δειλοί φανατικοί που «χρησιμοποιούσαν» τους αμάχους για δική τους κάλυψη. Έτσι καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως δεν έφταιγαν οι Ναζί για τις αγριότητες που διέπραξαν, αλλά η κάθε λογής αντίσταση με την (ανεξήγητη) εμμονή της να πολεμά τον κατακτητή. Συλλογισμός, αν μη τι άλλο αφοπλιστικός.
Είναι αλήθεια πως η Χαμάς είναι ένα ισλαμιστικό κίνημα και σίγουρα πολλοί από εμάς δεν συμφωνούμε με τον ακραίο συντηρητισμό της οργάνωσης. Από αυτό το σημείο όμως, μέχρι να φτάσουμε να δικαιολογούμε τη συστηματική και εν ψυχρώ εξολόθρευση του Παλαιστινιακού πληθυσμού επειδή εξέλεξαν μια παράταξη που δεν πληρεί τις ιδεολογικές προδιαγραφές που εμείς έχουμε κατά νου, η απόσταση είναι τεράστια. Δηλαδή θα επιδοκιμάσουμε τη συλλογική τιμωρία των Παλαιστινίων, επειδή δεν εκπλήρωσαν τις «μεγάλες προσδοκίες» που είχαμε από αυτούς; Η Χαμάς είναι εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα με βαθιές ρίζες στον Παλαιστινιακό λαό και η περιγραφή της ως απλά μιας σκοταδιστικής, φονταμεταλιστικής οργάνωσης είναι απολύτως σχηματική και ενδεικτική των στερεοτύπων που χρησιμοποιεί η δύση για να κατανοήσει το Ισλάμ.
Για παράδειγμα, η επίσης ισλαμιστική Χεζμπολάχ, κατά τη διάρκεια της ισραηλινής εισβολής του 2006 στον Λίβανο, συνεργάστηκε ενεργά με ομάδες της κοσμικής αντιπολίτευσης (ΚΚ Λιβάνου, δίκτυο αλληλεγγύης «Σαμιντούν», ακόμη και φεμινιστικές ομάδες!)[ii], προκειμένου να αποκρούσει την ισραηλινή επίθεση και να συμβάλλει στην ανοικοδόμηση του κατεστραμμένου νοτίου Λιβάνου. Μάλιστα, παρά το γεγονός ότι οι μαχητές της οργάνωσης ήταν αυτοί που σήκωσαν το κύριο βάρος των πολεμικών επιχειρήσεων ενάντια στον ισραηλινό στρατό, μετά τη λήξη των εχθροπραξιών η Χεζμπολάχ δεν διεκδίκησε το μονοπώλιο της εξουσίας στην επικράτεια που αποτελεί το προπύργιο της πολιτικής εξουσίας της (νότιος Λίβανος), αλλά παραχώρησε ουσιαστικά εν λευκώ τον έλεγχο ολόκληρων περιοχών σε κοσμικές οργανώσεις που εργάζονταν για την ανασυγκρότηση της ρημαγμένης περιοχής. Η Χεζμπολάχ μπόρεσε να υπερβεί την προκατάληψη ενάντια στις πολιτικές δυνάμεις με κοσμικό χαρακτήρα που είναι έμφυτη στην ιδεολογία της, για να διασφαλίσει την πολιτική ενότητα της λιβανικής αντίστασης. Μπόρεσε να δει πέρα από ιδεολογικά στερεότυπα, στο όνομα της εξυπηρέτησης του γενικού συμφέροντος του λιβανικού λαού. Επίσης, επιδίωξε να σφυρηλατήσει διαρκείς δεσμούς με το παγκόσμιο αντιπολεμικό κίνημα μέσω της συμμετοχής της σε διεθνή αντι-ιμπεριαλιστικά συνέδρια και ενεπλάκη σε μια διαδικασία διαλόγου με φορείς της κοινωνίας των πολιτών στο εξωτερικό, που μόνο ευεργετική επίδραση μπορεί να έχει στη διαμόρφωση νέων ιδεολογικών παραμέτρων για την οργάνωση.
Ουδεμία τέτοια ευκαιρία δόθηκε στη Χαμάς, η οποία από τη στιγμή που κέρδισε τις εκλογές βρέθηκε αντιμέτωπη με τη διπλωματική απομόνωση της από τα υπόλοιπα κράτη, τον οικονομικό αποκλεισμό της Γάζας, την υποκίνηση πραξικοπήματος ενάντια στην κυριαρχία της και τον πολιτικό εξοβελισμό της ακόμη και από κύκλους που παραδοσιακά υποστήριζαν την Παλαιστινιακή υπόθεση (κατεστημένη «ρεφορμιστική» αριστερά, εξωκοινοβουλευτική αριστερά, αντί-εξουσιαστικός χώρος). Και αυτό παρά το γεγονός ότι η Χαμάς έχει αποδείξει ότι μπορεί να λειτουργήσει στα πλαίσια ενός πλουραλιστικού μοντέλου διακυβέρνησης, συνεργαζόμενη αρμονικά τόσο με την ριζοσπαστική πτέρυγα της Φατάχ, υπό τον δρα Μπαργούτι (αδελφού του φυλακισμένου ηγέτη της οργάνωσης Μαρουάν Μπαργούτι), όσο και με ένοπλες αντιστασιακές οργανώσεις με σοσιαλιστική ιδεολογία, όπως το PFLP.
Το μέλλον που είναι σε θέση να προσφέρει στους πολίτες της η κυβέρνηση της Χαμάς, δυστυχώς δεν το διαμορφώνει η ίδια η Χαμάς, αλλά οι φασίστες σιωνιστές με την εξοντωτική κατοχή που έχουν εγκαθιδρύσει στα Παλαιστινιακά εδάφη, τον οικονομικό στραγγαλισμό τους και την άρνηση τους να επιτρέψουν την ίδρυση πραγματικού Παλαιστινιακού κράτους, όχι στα πρότυπα του εξαρτημένου προτεκτοράτου που προβλέπεται από τις κατάπτυστες συμφωνίες του Όσλο. Ήταν η αποποίηση των εθνικών στόχων του Παλαιστινιακού κινήματος από μέρους της διεφθαρμένης Παλαιστινιακής Αρχής (Π.Α.) που έσπρωξε τους Παλαιστίνιους να εγκαταλείψουν μαζικά την Φατάχ και να προσχωρήσουν στη Χαμάς. Ο θρησκευτικός ριζοσπαστισμός ήταν η μικρότερη από τις παραμέτρους που συνέβαλλαν σε αυτήν την μεταστροφή της Παλαιστινιακής κοινής γνώμης. Πιο σημαντικό ρόλο έπαιξε η εντιμότητα των στελεχών της Χαμάς (σε ευθεία αντίθεση με τη ληστρική νοοτροπία και τον νεποτισμό των αξιωματούχων της Φατάχ), η προσήλωση που επέδειξαν στο όραμα της ανεξαρτησίας και της επιστροφής των Παλαιστίνιων προσφύγων, η κοινωνική προσφορά της οργάνωσης που σε πολλούς τομείς υποκαθιστούσε την ανύπαρκτη πρόνοια της Π.Α. (ίδρυση νοσοκομείων, πτωχοκομείων, σχολείων, κλπ.) και τέλος η συνέχιση της ένοπλης αντίστασης ενάντια στον κατακτητή.
Ακόμη και μια συντηρητική διακυβέρνηση της Χαμάς, προϊόν της συνειδητής επιλογής του Παλαιστινιακού λαού, είναι προτιμότερη από την εθνοκάθαρση της Παλαιστίνης από το Ισραήλ ή την υποδούλωση των Παλαιστίνιων στο ρατσιστικό καθεστώς απαρτχάιντ που το κράτος του Ισραήλ επιφυλάσσει για τους άραβες που κατοικούν στην επικράτεια του. Άποψη μου είναι πως όσα πολιτικά κινήματα δεν ταυτίζονται με την υπερεθνική ελίτ και τους σιωνιστές συμμάχους της, οφείλουν να δοκιμάσουν να ανοίξουν νέα κανάλια επικοινωνίας με τις οργανώσεις της Παλαιστινιακής αντίστασης και να συμπαρασταθούν όχι μόνο ηθικά, αλλά και πολιτικά στον άνισο αγώνα που διεξάγουν ενάντια στους εβραίους κατακτητές.




[i] Η παροιμιώδης φράση του Προέδρου του Ισραήλ Σίμον Πέρεζ ότι η ανισομέρεια ανάμεσα στις απώλειες παιδιών σε Ισραήλ και Γάζα οφείλεται στο ότι «εμείς (οι Ισραηλινοί) προσέχουμε τα παιδιά μας», συνιστά συγκεκαλυμμένη επίκληση της υπόρρητης διάκρισης ανάμεσα σε υπανθρώπους Παλαιστίνιους-Άραβες και ευγενείς δυτικόφρονες Ισραηλινούς, που κυριαρχεί στο συλλογικό ασυνείδητο των κοινωνιών της δύσης. Παρόμοια επικοινωνιακή στρατηγική βεβαίως ακολουθήθηκε και από το γενικό επιτελείο των ΗΠΑ ως προς τη δικαιολόγηση των απωλειών ιρακινών αμάχων κατά τις επιχειρήσεις του αμερικανικού στρατού, ένδειξη πως και οι δύο εκστρατείες σχεδιάστηκαν και εκτελέστηκαν από το ίδιο κέντρο αποφάσεων. Πάντως την τακτική αυτή της συκοφάντησης και της επίκλησης ρατσιστικών στερεοτύπων, το Ισραήλ τη χρησιμοποιεί εδώ και δεκαετίες στον βρώμικο πόλεμο που έχει εξαπολύσει ενάντια στους Παλαιστίνιους.
[ii] Ν. Λούντος, Λίβανος: Πώς Νίκησε η Αντίσταση (Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο).

Saturday, January 3, 2009

Semantics of a Massacre


It seems that what is in order for a clear understanding of the struggle between Israelis and Palestinians, is a return to “first principles”, the essential historical causes of the conflict. This is necessary because our perception of the events in Palestine has been suppressed and conditioned by layer after layer of western orientalist propaganda which has brought about in our minds an effective inversion of the roles that each party plays in the conflict.

In the public image of the conflict that has been manufactured by corporate media outlets, the Palestinians have become the aggressors, while the Israelis are depicted as a rational, peace-loving nation which has found itself on the receiving end of unjustified violence perpetrated by fanatics. This accomplishment of the supranational propaganda-machine has been achieved through the constant repetition of a set of mythical narratives which heavily imbue even the coverage of the ongoing tragic events in Gaza.

The effectiveness of this mythical representation rests on the fact that it assigns to the weaker side (that of the Palestinians) certain attributes, which although untrue, appeal even to sympathizers of the Palestinian cause. For example, as a result of the Oslo Accords, the Palestinians were allowed to develop a structure of self-governance bearing an external resemblance to the formal state structures of independent nations. The so-called “Palestinian Authority” (P.A.) boasts a president, a prime-minister, a diplomatic corps and so on. However, the harsh reality behind this farcical imitation of self-government is that Palestinian officialdom is in effect a body of state functionaries without a state, or any sovereign status whatsoever.

Their creation was a diplomatic measure designed to attach a degree of international legitimacy to the permanent military occupation of the Palestinian territories, through the introduction of an artificial peace-process with the participation of the Israeli invaders on the one hand, and the so-called representatives of the Palestinian people on the other. The establishment of the P.A. served to fulfill precisely this servile function of legitimizing the occupation, as is clearly demonstrated by the treatment of the Hamas government, which albeit democratically elected, refused to recognize the Oslo Accords. When the military wing of the Hamas kidnapped an Israeli soldier, no formal parliamentary status, or political immunity prevented the forces of occupation from capturing en masse and illegally incarcerating the majority of Palestinian MPs affiliated with the islamist movement.

In this instance, it was clearly shown that their sovereign status can be repealed at will and that the political institutions of the occupied lands are merely an extension of the military occupation maintained by Israel. According to the formal phraseology of the Oslo Accords, the P.A. is supposed to function as the harbinger and nucleus of a future Palestinian state, an exercise in collective self-management. Few understand that in reality, the P.A. is the precursor of its own self and will foreshadow nothing, as it will embody the only form of Palestinian political self-management which is compatible with indirect rule by Tel Aviv. In view of the above, it is reasonable to suggest that the Palestinians have no legitimate political representatives apart from the members of the popular organizations of armed resistance which continue to oppose the occupation by any means necessary.

The public debate concerning current developments in the Gaza strip is being framed in terms of a “war” that is raging in the region. This in itself is a misrepresentation of the situation, since the technical definition of war requires a certain balance of power between opposing forces, as well as a level of reciprocity pertaining to the hostile acts and casualties inflicted upon the parties involved in the conflict. Nothing of the sort has happened in Gaza so far. To be sure, what we are seeing is a one-sided campaign of extermination against a defenseless population, carried out in a systematic manner by a sophisticated war-machine.

The difference between the operational capabilities of the Israeli armed forces and those of Palestinian resistance militants is so huge, that scarcely can this encounter be described as “war”. This disparity is eloquently registered in the gross asymmetry between the mass havoc that has been wreaked on Gaza by Israeli bombardments which have left no aspect of civilian life unaffected, and the sporadic, low-intensity explosions caused by the launching of Palestinian rockets against Israeli border towns.

On the Palestinian side, we have the systematic devastation of a densely-populated urban area, the murder of over 400 persons so far (many women and children among them), thousands wounded, the networks of civilian infrastructure completely destroyed and the intentional deprivation of the most basic goods and necessities. On the Israeli side, we have 4 fatalities, a few minor injuries and some material damage mainly in the form of broken windows!

The same uneven ratio of casualties is expected to apply at the event that the Israeli army launches a fully-fledged invasion in the Gaza strip, regardless of the public statements of Hamas officials who claim that the majority of Israeli soldiers who enter Gaza will be “returned home in a coffin”. Those of us who support the cause of Palestinian liberation would undoubtedly be content to find out that Hamas indeed possesses the firepower to repel an Israeli ground assault. Yet to actually believe so, is to unwittingly fall into the mental trap prepared for us by the propaganda machine of international Zionism.

To be sure, we would love to believe that the Palestinians finally have the power to protect themselves from predatory Zionist attacks. We would love for history to repeat itself, only this time with Hamas in the place of Hezbollah and Gaza in that of southern Lebanon. Indeed this is a hope we must continue to nurture, but under no circumstances should we mistake our hope for concrete political reality, which could provide a standpoint for the formulation of policy towards conflict resolution. A certain misplaced sense of equality is implied in the propagandist notion of “war” between Hamas and Israel. Through their symbolic elevation to the status of official warring party by the Western media, the Palestinians feel that they have finally earned a measure of respect lacking in their hitherto oppressed existence.

Yet the recognition offered is purely semantic and serves to conceal the uneven nature of the contest. While Palestinian combatants and POWs continue to be treated as non-entities vis-à-vis international law and the death-toll continues to rise unilaterally on the Palestinian side, Israel is able to utilize the concept of “threat” contained in the notion of war in order to claim that it is engaged in a struggle against an enemy powerful enough to pose a threat against its existence. Under this light, it would be entitled to use all means at its disposal to counter such an existential threat.

Another popular myth refers to the causes of the present confrontation. According to the official version expounded by the corporate media, Hamas is liable for not accepting a renewal of the ceasefire and initiating a new cycle of violence by launching rockets against Israeli border towns. Dominant media narratives refer to the ceasefire as if it marked a period of peaceful coexistence in which all acts of hostility among the two adversaries were suspended, thereby creating the necessary space for political solutions to the conflict to be contemplated.

The truth of the matter is that while Hamas fulfilled the terms of the agreement and actively suspended all military operations against Israel, during the same period Israel did not terminate its policies which constitute integral tactical aspects of the total war of annihilation it is waging against the Palestinian people. At no point did it cease its aggressive colonization against Palestinian lands and it maintained in full force the economic blockade of Gaza, decimating the local economy and transforming the besieged inhabitants into living corpses existing merely on subsistence level. Economic suffocation is an act of war in-itself and violent colonization is the root cause of the conflict. It is the method by which the state of Israel was established ex nihilo and precipitates the gradual extinction of the Palestinian people and their historical disappearance as a nation. For Israel, the ceasefire simply meant that it could prosecute its genocidal war against the Palestinians via other means. For Hamas, the only form of political activity accessible to them, is armed resistance. The choice presented to Hamas is either to die swiftly by the bomb, or slowly by deprivation, disease and starvation. In effect, Israel demands that the Palestinians stand idly by, while it is completing their slow demise.

The government of Israel claims that it has an obligation to protect its citizens in the south who continue to live in fear of constant Palestinian shelling. They say that all that Israel desires is to be allowed to “live in peace”. Yet this is asking too much for a nation which has imposed its brutal military rule and regime of enslavement upon a whole people. As the famed Jewish novelist Etgar Keret put it recently, one cannot expect to conduct genocide and then expect to quietly carry on with his daily affairs. Armed resistance is absolutely justified on the part of the Palestinians who are striving to expel the conqueror and end the military occupation of their homeland.

On the other hand, Israel can lay no rightful claim to peace, for it is a nation which has devoted the totality of its energies and considers it a historical duty to subjugate the Palestinians, expel them from their land and literally extinguish them from the map. Israel never ceases to evoke its inalienable “right to exist”. But, it is clear now that the realization of that right cannot be accomplished without depriving the Palestinians of their right to self-determination, life and dignity.